16/12/13

 Άρθρο της Εύης Τσακνιά 2

(για πλήρη προβολή της ιστοσελίδας πατείστε τον παρακάτω σύνδεσμο)

http://www.absurdum.gr/ad-absurdum/keith-richards-anri-rousso/ 

 

ΤΑ ΜΠΛΟΥΖ ΤΩΝ ΑΥΤΟΔΙΔΑΚΤΩΝ : ΚΙΘ ΡΙΤΣΑΡΝΤΣ – ΑΝΡΙ ΡΟΥΣΩ

Δεν είναι εύκολο πράγμα να είσαι καλλιτέχνης και σίγουρα δεν είναι μόνο “cool” επάγγελμα ή τρελό fun, όπως μπορεί να νομίζουν αρκετοί.
Είναι καταρχάς δουλειά, πολλή δουλειά, it’s a dirty job but somebody’s got to do it, που λέει κι ο Dirty Harry, στην κυριολεξία μάλιστα όταν πρόκειται για ζωγράφους.
Πόσο μάλλον όταν πρέπει να τ’ανακαλύψεις όλα μόνος σου.
Λες και δεν σου φτάνουν οι δαίμονες της τέχνης που έχουν εγκατασταθεί δια βίου στο σβέρκο σου, αλλά έχεις επιπλέον να παλέψεις μονάχος και με τον κόσμο ολόκληρο.
Σαν ανεμόμυλοι απειλητικοί έρχονται καταπάνω σου να σε συντρίψουν, το ακαδημαϊκό ιερατείο, οι προκαταλήψεις, ο συντηρητισμός του εκάστοτε καλλιτεχνικού κατεστημένου, ο συντηρητισμός του κόσμου, οι κλειστές πόρτες.
Οι αυτοδίδακτοι καλλιτέχνες όμως, αυτά τα συνήθως απροσάρμοστα «κακά παιδιά», ως ρομαντικοί και πεισματάρηδες Δον Κιχώτες τα βγάζουν πέρα με τους τρομερούς ανεμόμυλους και βγαίνουν συνήθως νικητές, κραδαίνοντας το μόνο και ακαταμάχητο όπλο τους: την αδιαπραγμάτευτη ελευθερία τους.
Στην περίπτωση του Κιθ Ρίτσαρντς , όπως και πολλών μουσικών, το όπλο αυτό είναι η κιθάρα τους. Ο Κιθ Ρίτσαρντς, στην πρόσφατη  αυτοβιογραφία του, ξεδιπλώνει όλη αυτήν την περιπέτεια της γέννησης ενός κιθαρίστα την περιέργεια, και την εξερεύνηση του ροκ εντ ρολ, που άρχισε από τις φτωχογειτονιές του Ντάρτφορντ κι έφτασε μέχρι τα πέρατα του κόσμου.
Ο Κιθ λοιπόν, μαθητής του γυμνασίου το γύρω στο 1958, με έκδηλο ήδη το πάθος του για τη μουσική και δη τα μπλουζ που κουτσοφτάνανε στην Αγγλία κυρίως μέσω των ραδιοφωνικών σταθμών από την Αμερική, περιγράφει γλαφυρά πως άκουσε για πρώτη φορά τον Έλβις, έμεινε άναυδος και ως εκ τούτου, πως ξεκίνησε η μοιραία σχέση του με την κιθάρα και τη ροκ μουσική.
Ξενυχτούσε συχνά, διηγείται στο βιβλίο, κουκουλωμένος κάτω απ’τα σεντόνια με το τρανζιστοράκι κολλημένο στ’ αυτί και την κεραία απέξω για να πιάνει σήμα, σε χαμηλή ένταση για να μην τον πάρουν χαμπάρι οι γονείς του, που κοιμόταν στο διπλανό δωμάτιο, μιας και την επόμενη είχε σχολείο. Ο ψαγμένος ραδιοφωνικός σταθμός που είχε ανακαλύψει, ήταν το Ράδιο Λουξεμβούργο, το οποίο ο Κιθ είχε εξασκηθεί να πιάνει σαν μαρκόνι. Αργά το βράδυ ο σταθμός έβαζε Φάτς Ντόμινο, Μπάντι Χόλι, Έντι Κόχραν κι άλλους τέτοιους καινούργιους, για τους ανήσυχους πιτσιρικάδες της Αγγλίας, ήχους.
«Εκείνη τη σημαδιακή νύχτα», όπως ακριβώς την περιγράφει ο Κιθ,
«ξαφνικά, μέσα στα παράσιτα, ακούστηκαν οι πρώτοι στίχοι: since my baby left me… Αυτό ήταν. Αυτός ο ήχος ήταν που τράβηξε τη σκανδάλη μέσα μου. Ήταν το πρώτο rock n’ roll που άκουγα. Ήταν η πρώτη φορά που άκουγα κάτι τόσο σκληρό και στέρεο. Ποιος ήταν αυτός ο τύπος ; Έπρεπε να δω τι άλλο είχε κάνει. Ευτυχώς πρόλαβα να πιάσω το όνομά του λίγο πριν χαθεί πάλι το σήμα από το Ράδιο Λουξεμβούργο. “Αυτός ήταν λοιπόν ο Elvis Presley και το Hearbreak Hotel !”»
Τον επόμενο χρόνο, το 1959, στα δεκαπέντε του, πήρε από τη μητέρα του το πολυτιμότερο δώρο της ζωής του.
Την πρώτη του κιθάρα, ακουστική, με χορδές φτιαγμένες από έντερα, το σωστό εργαλείο για έναν νέο κιθαρίστα, την οποία η φιλότεχνη μαμά Ντόρις αγόρασε με μεγάλες μανούβρες, μιας και η οικογένεια δεν τα έβγαζε και πολύ εύκολα βόλτα.
Ο Κιθ με την πρώτη του κιθάρα το 1959
Ο Κιθ με την πρώτη του κιθάρα το 1959
Αυτό το κακό παιδί λοιπόν, αποβλήθηκε εκείνη τη χρονιά από το Λύκειο του Ντάρτφορντ και ευτυχώς τον έστειλαν να συνεχίσει στο Κολέγιο Καλών Τεχνών του Σίντκαπ, στο Κεντ, με σπουδές γραφιστικής, μια που έπιανε το χέρι του.
Το χέρι του βέβαια έπιασε για τα καλά την κιθάρα κι από τότε δεν την άφησε, βοηθούντων των 60s που ξεκίναγαν δυναμικά και του Κολεγίου που ήτανε φυτώριο των Μπήτνικς και των εκολαπτόμενων ροκάδων.
Γράφει για εκείνη την εποχή : «Εγώ, ό,τι ξέρω το έμαθα από τους δίσκους. Άκουγα κάτι και αμέσως έπιανα την κιθάρα και το έπαιζα από μνήμης, χωρίς εκείνες τις απαίσιες παρτιτούρες, τη γραπτή μουσική που είναι εγκλωβισμένη σε μια κατασκευή από διαστήματα και πέντε γραμμές. Η άνεση που αποκτήσαμε τότε ακούγοντας ηχογραφημένη μουσική, απελευθέρωσε πολύ τους μουσικούς όπως εγώ που δεν είχαμε απαραίτητα τη δυνατότητα  να μάθουμε να γράφουμε και να διαβάζουμε μουσική. »
… « Και μη νομίζεις ότι μπορεί να γίνεις ο Τάουνσεντ ή ο Χέντριξ απλώς και μόνο επειδή  μπορείς να παίζεις  wee wee wah wah  και να πατάς όλα τα ηλεκτρονικά εφέ που έχουν οι κονσόλες. Πρέπει πρώτα να τη γνωρίσεις την καριόλα την κιθάρα. Και να πας στο κρεβάτι μαζί της. Αν δεν υπάρχει γύρω καμμιά γκόμενα να σε βλέπει, τότε κοιμήσου και μαζί της. Έχει ακριβώς το κατάλληλο σχήμα.»
Ο Κιθ και ο Μικ στο δημοτικό. Ντάρντφορντ. 50s
Ο Κιθ και ο Μικ στο δημοτικό. Ντάρντφορντ. 50s
Κάπου εκείνη την εποχή είναι που ξανασυναντιέται με τον Μικ Τζάγκερ, συμμαθητή του από το δημοτικό, με τον οποίον μοιράζoνται την κοινή τρέλα τους για το rhythm and blues, ακούνε φανατικά τα πολύτιμα  δισκάκια τους, Μπάντι Χόλι, Τσακ Μπέρι, Μάντι Γουότερς και τζαμάρουν. The rest is history.
Ο Κιθ και ο Μικ ανοίγουν γράμματα των φανς μετά την πρώτη τους επιτυχία στο Marquee Club London 1962
Ο Κιθ και ο Μικ ανοίγουν γράμματα των φανς μετά την πρώτη τους επιτυχία στο Marquee Club London 1962
Mick Jagger Keith Richards
Mick Jagger Keith Richards

Ακριβώς απέναντι στη Γαλλία, έναν αιώνα πριν από τον Κιθ Ρίτσαρντς, έρχεται στον κόσμο ένα άλλο ταλαντούχο «κακό παιδί» , ο Ανρί Ρουσώ.**
Προερχόμενος από μια μικροαστική οικογένεια της επαρχιακής Γαλλίας του 19ου αιώνα και μετά από κάποιες οικογενειακές ατυχίες, συν τις διάφορες μικροαπάτες όπου έμπλεξε μόλις τέλειωσε το σχολείο, δεν είχε άλλη επιλογή απ’το να φύγει από την γενέτειρά του και να ψάξει για μια σοβαρή και σταθερή δουλειά στο Παρίσι.
Κατάφερε και βρήκε δουλειά στην παρισινή τελωνειακή υπηρεσία, εξ’ου και το παρατσούκλι που του κόλησαν έκτοτε οι φίλοι του, Le Douanier  (ο τελωνειακός).
Ο Douanier δεν κώλωνε σε τίποτα. Ως γνήσιο δημιουργικό και ανήσυχο πνεύμα που ήταν, υπήρξε και καλός ερασιτέχνης βιολιστής.
Πήρε μάλιστα δίπλωμα από τη Γαλλική Μουσική Ακαδημία για ένα βάλς που συνέθεσε ονόματι “Clémence”.
Έγραψε επίσης και θεατρικά έργα, όπως το: «Επίσκεψη στην Παγκόσμια Έκθεση του 1889» και το μελοδραματικό, καθώς φαίνεται κι από τον τίτλο του, «Η Εκδίκηση Ρωσίδας Ορφανής».
Η μεγάλη του αγάπη ήταν όμως η ζωγραφική.
Κάποια στιγμή, μην μπορώντας να το αναχαιτίσει ή να αναβάλει άλλο το πάθος του, αγόρασε τελάρα, χρώματα, καμβάδες και χωρίς καμμιά εκπαίδευση και καμμιά αναστολή, έπεσε με τα μούτρα στη δουλειά.
Σύντομα εξέθεσε με περισσή αυτοπεποίθηση τέσσερις πίνακές του στο Σαλόνι των Ανεξάρτητων το1886, το περίφημο Salon des Indépendants που έδινε βήμα σε όλους και ιδρύθηκε δυό χρόνια πριν στον αντίποδα του επίσημου Salon.
Rousseau. Το Όνειρο.
Rousseau. Το Όνειρο.
Την τελευταία δεκαετία του 19ου αιώνα, ο Ρουσώ βρήκε το αγαπημένο του θέμα, τη Ζούγκλα, και μέσα στην καρδιά του γκρίζου Παρισιού βυθίστηκε μέσα της και στα ζωηρά της χρώματα, περνώντας ώρες στον Βοτανικό Κήπο μελετώντας τα βαλσαμωμένα ζώα και τα τροπικά φυτά.
Η αρχέγονη ενέργεια που ανέδιναν τα έργα του, ανησυχούσε μερικές φορές και τον ίδιο τον Ρουσώ, που ισχυριζόταν οτι άνοιγε τα παράθυρα του ατελιέ για να την αφήσει να βγει.
Έχοντας ήδη ζωγραφίσει μερικά από τα καλύτερα έργα του, ο Ρουσώ παρέμεινε ουσιαστικά στην αφάνεια ως τις αρχές του 20ου αιώνα, μέχρι  που τον ανακάλυψε η καλλιτεχνική πρωτοπορία, τον αγάπησε και τον ανέδειξε.
Henri Roussea. Η πεντάμορφη & το τέρας.
Henri Roussea. Η πεντάμορφη & το τέρας.
Συγκεκριμένα, ο Πικάσο είδε τυχαία έναν πίνακά του σ’ένα παλιατζίδικο και αμέσως ενδιαφέρθηκε. Ο καταστηματάρχης του τον έδωσε φτηνά, προτρέποντάς τον μάλιστα να ζωγραφίσει από πάνω!
Ο  Πικάσο και η υπόλοιπη μποέμ παρέα του, επισκέφθηκαν τον Ρουσώ στο φτωχικό ατελιέ του και  ενθουσιάστηκαν αμέσως με τον πρωτογονισμό του και το πνεύμα του, το ελέυθερο από ακαδημαϊκές συμβάσεις και επιρροές από σχολές και ρεύματα.
Ο Ρουσώ συνέχισε την καλλιτεχνική του πορεία χωρίς καμμιά έκπτωση στις απόψεις του και στις συνήθειές του, χωρίς να χαρίζει κάστανα στους καινούργιους του φίλους, μπροστά στους οποίους δεν έπαψε να δηλώνει πόσο ανατανόητη έβρισκε τη μοντέρνα τέχνη.
Σχετικά με αυτόν τον πρωτογονισμό του, κυκλοφορεί η εξής ωραία ιστορία.
Το 1908, ο Πικάσο οργάνωσε ένα φαγοπότι στο ατελιέ του, προς τιμήν του Ρουσώ. Καλεσμένοι, η αφρόκρεμα των μποέμ του Παρισιού :
Ο ζωγράφος Ζώρζ Μπρακ, οι ποιητές Μαρκ Ζακόμπ και Γκιγιώμ Απολιναίρ, η Γερτρούδη Στάιν κι η ερωμένη της Άλις Μπ.Τόκλας και άλλοι. Ο Απολιναίρ διάβασε ένα ποίημα που είχε γράψει προς τιμήν του και ο Ρουσώ, αφού τον ευχαρίστησε, στράφηκε προς τον Πικάσο και είπε: «Εμείς οι δυό, είμαστε οι μεγαλύτεροι ζωγράφοι της εποχής μας : εσείς στο αιγυπτιακό ύφος κι εγώ στο μοντέρνο».
Κανείς δεν είχε την παραμικρή ιδέα τι εννοούσε !
Ο Πικάσο με την αυτοπροσωπογραφία του Ρουσώ
Ο Πικάσο με την αυτοπροσωπογραφία του Ρουσώ
Ένα χρόνο πριν, το 1907, μην ξεχνώντας τις παλιές του συνήθειες, είχε μπλέξει και πάλι σε μια υπόθεση τραπεζικής απάτης, προφυλακίστηκε και τη σκαπουλάρησε χάρη στην επικαλούμενη αφέλειά του, με πρόστιμο και αναστολή.
Χάρη στον Ρουσώ, που επηρέασε κινήματα όπως ο κυβισμός κι ο υπερρεαλισμός, αναπτύχθηκε ένα νέο είδος τέχνης που έγινε γνωστή ως «αφελής» (naif) ή «περιθωριακή».
Rousseau. Αυτοπροσωπογραφία.
Rousseau. Αυτοπροσωπογραφία.
Ο Ανρί Ρουσώ πέθανε το 1910, έχοντας μόλις εκθέσει τον μεγαλύτερό του πίνακα, «Το Όνειρο», στο Σαλόνι των Ανεξάρτητων που ενθουσίασε τους φίλους του και το κοινό. Έκτοτε οι κριτικοί δεν σταμάτησαν να ψάχνουν για άγνωστες ιδιοφυϊες, με την ελπίδα οτι κάποιος νέος Ρουσώ
ενδέχεται να κρύβεται κάπου και να δουλεύει απαρατήρητος.
Εύη Τσακνιά.

*Κιθ Ρίτσαρντς,  LIFE,  μετάφραση: Γιάννης Νένες,
Εκδόσεις Ροδακιό 2012 (σειρά: λατέρνατιβ).
**Ανρί Ρουσώ / Η Μυστική Ζωή των Μεγάλων Ζωγράφων, Elizabeth Lunday, μετάφραση: Νίκος Σταμπάκης, εκδόσεις Αιώρα, 2009.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου